Η αρκούδα στις καρυδιές του παππού Γιώργου Γιώργος
Δαουτόπουλος και Ζωή Κωνσταντινίδη, info@daoutop.gr

Μια φορά και έναν καιρό σε μια
μεγάλη πόλη ζούσε ένας παππούς που τον λέγανε Γιώργο. Από μικρός του άρεζε η
ζωή στο χωριό. Του άρεζε η δουλειά στα χωράφια, ο καθαρός αέρας, η μυρωδιά της
βρεγμένης γης και του κομμένου χόρτου. Του άρεζαν και τα γράμματα. Ήταν καλός
μαθητής στο σχολείο. Σπούδασε Γεωπονία 
που πάντα του άρεζε και για 40 χρόνια δίδασκε νέους και νέες πως να
φροντίζουν σωστά τη γη. Όταν πήρε τη σύνταξή του, πήγε να ζήσει στο χωριό που
γεννήθηκε αυτός, ο πατέρας του και οι παππούδες του.
Ο πατέρας του, του είχε αφήσει
κληρονομιά ένα μεγάλο χωράφι με την ευχή να το αξιοποιήσει γιατί και εκείνον
του άρεζε η καλλιέργεια της γης και ήθελε να σπουδάσει Γεωπόνος, αλλά στα
δύσκολα χρόνια των απανωτών πολέμων και της κατοχής δεν του δόθηκε η ευκαιρία. Ο
παππούς Γιώργος που ήξερε από καλλιέργειες, αποφάσισε ότι η πιο κατάλληλη
καλλιέργεια για εκείνον ήταν η καλλιέργεια της καρυδιάς. Ο καρυδιές γίνονται
μεγάλα δένδρα και ζουν πάρα πολλά χρόνια. Θέλουν λίγες φροντίδες και μας δίνουν
τα καρύδια που βοηθούν στην καλή μας υγεία. Οι γιατροί λένε πως πρέπει καθένας
μας να τρώει κάθε ημέρα 3 με 5 καρύδια. Μη ξεχνάμε ότι και το ξύλο της καρυδιάς
είναι πολύτιμο. Με αυτό κάνουμε έπιπλα και μάλιστα σκαλιστά. Πολλοί
συμπατριώτες μας έχουν ακόμη την τραπεζαρία της μαμάς τους ή της γιαγιάς τους
και όσοι τις βλέπουν θαυμάζουν την αντοχή του ξύλου και την τέχνη των παλιών
μαστόρων. Πολλά  τέμπλα σε παλιές
εκκλησίες και μοναστήρια έγιναν από ξύλα καρυδιάς που σκάλισαν δεξιοτέχνες
μάστορες της ξυλογλυπτικής.

Τη μέρα που κανόνισε να κάνει το
φύτεμα των καρυδιών ο παππούς Γιώργος, ήρθαν από το χωριό συγγενείς και φίλοι
να τον βοηθήσουν, χωρίς ο παππούς να τους το ζητήσει. Αυτό τον συγκίνησε πάρα
πολύ γιατί δείχνει πως οι άνθρωποι στα χωριά τρέχουν να βοηθήσουν όποιον έχει
ανάγκη. Μέτρησαν και σημάδεψαν τα σημεία που έπρεπε να φυτέψουν τα δένδρα.
Άφησαν ανάμεσα διαδρόμους για να μπορεί να κυκλοφορεί το τρακτέρ που θα έκοβε
τα χόρτα, θα ράντιζε το έδαφος με υγρό βιολογικό λίπασμα και θα κουβαλούσε τα
σακιά με τα καρύδια, όταν μετά από μερικά χρόνια θα άρχιζε η παραγωγή των
δένδρων.
Κάθε χρόνο ο παππούς τσάπιζε τα
μικρά δένδρα από τα χόρτα που αν τα άφηνε θα έπνιγαν τις μικρές καρυδιές. Τα
πότιζε 3-4 φορές το καλοκαίρι που δεν έβρεχε καθόλου και η γη στέγνωνε. Από τη
δεύτερη χρονιά, άρχισε και να τα κλαδεύει για να πάρουν ύψος και να αποκτήσουν
ένα πολύ καλό σχήμα. Μόλις τα δένδρα ξεπέρασαν στο μπόι τον παππού, έφθασαν
πουλάκια από όλη τη γύρω περιοχή και έκαναν τη φωλιά τους. Ίσως να κατάλαβαν
ότι ο παππούς Γιώργος τα αγαπούσε, τα καμάρωνε και δεν τα ενοχλούσε γιατί τα
πουλάκια έτρωγαν μύγες και έντομα τα οποία έκαμναν ζημιά στις καρυδιές. Μάλιστα
έφραξε το κτήμα με δικτυωτό σύρμα γύρω-γύρω. Έβαλε και μια κλειδαριά στην πόρτα
για να μην μπαίνουν κυνηγοί και κυνηγάνε τα πουλιά, τους λαγούς και τα
αγριογούρουνα που έρχονταν να βοσκήσουν στο κτήμα.

Από το 7ο έτος της
ηλικίας του, οι καρυδιές άρχισαν να δίνουν τα πρώτα καρύδια. Ο παππούς με δύο
γερά παλληκάρια από το χωριό, τον Θωμά και τον Πάνο μάζευαν κάθε χρόνο τα
καρύδια. Την πρώτη χρονιά που τα καρύδια ήταν λίγα, το μάζεμα κράτησε λιγότερο
από μια μέρα. Στις επόμενες χρονιές τα καρύδια γίνονταν όλο και πιο πολλά και
το μάζεμα κρατούσε 3 και 4 ημέρες.
Μια χρονιά ετοίμασαν τις μεγάλες
βέργες, τους κουβάδες και τα τσουβάλια για να αρχίσουν το μάζεμα. Μόλις έφθασαν
στο κτήμα, τι να δουν. Μεγάλα κλαδιά από τις καρυδιές ήταν πεσμένα στο
χώμα.  Τι έγινε, αναρωτήθηκε φωναχτά ο
παππούς. Φύσηξε δυνατός αέρας το βράδυ και έσπασε τα κλαδιά; Όχι αποκρίθηκε ο
Μάκης. Εγώ σηκώθηκα το βράδυ και δεν κουνιόταν φύλλο. Αν είχε φυσήξει τόσο
δυνατά, θα είχαν σπάσει και κλαδιά στα δένδρα του δρόμου καθώς ερχόμασταν από
το χωριό στο κτήμα. Ναι, έχεις δίκηο, συμφώνησε ο παππούς Γιώργος για να
προσθέσει.
Για να δούμε τα δένδρα από κοντά,
είπε ο παππούς και πλησίασε στον κορμό των δένδρων. Το βρήκα, αναφώνησε αμέσως.
Είχαμε επισκέπτη το βράδυ. Βλέπετε τις νυχιές επάνω στον κορμό της καρυδιάς;
Ναι, αναφώνησαν ο Πάνος και ο Μάκης. Φαίνεται και από τα τσόφλια που είναι
ολόγυρα. Η αρκούδα μας τίμησε με την παρουσία της. Μόνο μια αρκούδα θα μπορούσε
να σπάσει κλαδιά που έχουν πάχος σαν το χέρι μας.
Ο Πάνος προχώρησε λίγο παρακάτω
να εξετάσει και το άλλο δένδρο και ακούστηκε να μουρμουρίζει. Δεν φτάνει που
μας έφαγε τα καρύδια, μας έχεσε κιόλας!, δείχνοντας μια στοίβα από χοντρές
κουράδες.
Γρήγορα να τα μαζέψουμε όλα τα
καρύδια σήμερα, πρότεινε ο Μάκης. Θα τρέξω στο χωριό να φέρω και άλλα 3 άτομα
να κάνουμε δύο συνεργεία και να πάρουμε από μια γραμμή με καρυδιές το κάθε
συνεργείο. Ένας να τινάζει τα δένδρα και δύο να τα μαζεύουν σε κουβάδες. Ένας
δεξιά και ο άλλος αριστερά. Μόλις γεμίζουν οι κουβάδες να τους αδειάζουν στα
τσουβάλια που θα έχουμε βάλει από τη μια άκρη του κτήματος μέχρι την άλλη.

Πράγματι σε λίγο ξεκίνησαν το
μάζεμα. Να φανταστείτε ότι είχαν αφοσιωθεί τόσο πολύ στη δουλειά τους που με το
ζόρι σταμάτησαν για λίγο, κάτω από τη σκιά μιας καρυδιάς, για να ξαποστάσουν.
Έφαγαν ένα σάντουιτς και ήπιαν τον καφέ που τους ετοίμασε ο παππούς Γιώργος.
Μέχρι να κρυφθεί ο ήλιος, πίσω
από το μεγάλο βουνό στην οροσειρά της Πίνδου, είχαν τινάξει όλες τις καρυδιές.
Φόρτωσαν τα σακιά στο τρέιλερ και με το τζιπ που αγκομαχούσε από το βάρος,
ανθρώπων και καρυδιών, ξεκίνησαν για την αποθήκη του παππού.
Εκεί τα ξεφόρτωσαν και την άλλη
ημέρα τα άπλωσαν σε μεγάλα τελάρα που είχαν συρμάτινο πυθμένα και άρχισαν να τα
καθαρίζουν και να τα βάζουν σε άλλα τελάρα για να στεγνώσουν. Μόλις στέγνωσαν,
τα έβαλαν ξανά σε σακιά και τώρα ήταν έτοιμα να μοιραστούν σε αυτούς που κάθε
χρόνο παραγγέλνουν στον παππού Γιώργο τα καρύδια για τα γλυκά τους, τα φαγητά
τους και τα ποτά τους. Ο παππούς Γιώργος έχει φανατικούς φίλους που κάθε χρόνο
περιμένουν να μαζευτούν τα καρύδια γιατί τα καλλιεργεί χωρίς φάρμακα και
λιπάσματα. Με βιολογικό τρόπο, όπως λέγεται. Έτσι τα καρύδια είναι όχι μόνο
πεντανόστιμα, αλλά και πολύ υγιεινά για να τα τρώνε μικροί και μεγάλοι.

Εκεί που τα καθάριζαν έπιασαν και
την κουβέντα. Την ξεκίνησε ο παππούς Γιώργος. Πρέπει να κάνουμε κάτι για να μην
μας κάνει ζημιά η αρκούδα κάθε χρόνο. Το κακό δεν είναι που μας τρώει καρύδια,
μας κάνει μεγάλη ζημιά με τα κλαδιά που σπάζει. Το δένδρο θα χρειαστεί τρία και
περισσότερα χρόνια για να κάνει νέα κλαδιά και σε αυτά να φτιάξει καρύδια.
Έπειτα από τις μεγάλες πληγές που κάνει μπορεί να μπει κάποια αρρώστια και να
στεγνώσει για πάντα τα δένδρα. Παρατηρήσατε επίσης, ρώτησε τον Πάνο και τον
Μάκη, ότι από όλα τα δένδρα που υπάρχουν στο κτήμα, πάνω από 800 δένδρα, πήγε
και μάδησε τα κλαδιά σε μερικά από τα πιο καλά δένδρα που έκαμναν μεγάλα και
αφράτα καρύδια.
Να κάνουμε αυτό που κάνουν οι
μελισσοκόμοι, πρότεινε ο Μάκης. Να βάλουμε 2 σειρές σύρμα γύρω-γύρω στην
περίφραξη και με μια μπαταρία να στέλνουμε ηλεκτρικό ρεύμα. Μόλις η αρκούδα
προσπαθήσει να μπει στο κτήμα, θα πιάσει το σύρμα με το ρεύμα και θα νοιώσει
ένα δυνατό τσίμπημα που θα το θυμάται για πολύ καιρό. Έτσι θα φύγει από το
κτήμα και θα το πει και στις άλλες αρκούδες, ότι εκεί υπάρχει κίνδυνος και να
μην πάνε να φάνε καρύδια.
Πολύ καλή η πρότασή σου Μάκη, συμφώνησε
ο παππούς, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα. Η αρκούδα θα φύγει από εμάς και θα πάει
σε άλλα κτήματα που δεν θα έχουν ηλεκτρική περίφραξη. Πρέπει να κάνουμε κάτι
για όλο το χωριό και για όλη την περιοχή. Μια ιδέα του ήρθε στο μυαλό. Το βρήκα
αναφώνησε. Θα γράψω ένα άρθρο στην τοπική εφημερίδα, την ΟΔΟ, και θα ζητήσω από
τους συμπολίτες μας να βοηθήσουν να λύσουμε το πρόβλημα. Ο Πάνος με δυσκολία
κρατούσε τα γέλια του. Πως βρε παππού Γιώργο θα διώξουμε τις αρκούδες με ένα
άρθρο σε μια εφημερίδα;
Άκου να δεις Πάνο. Αναρωτήθηκες
γιατί οι αρκούδες κατεβαίνουν από το βουνό και έρχονται εδώ κοντά στο χωριό μας
και κάνουν ζημιά στις καλλιέργειες ενώ είναι ζώα που αποφεύγουν τον άνθρωπο;
Για να φάνε, φυσικά απάντησε ο Πάνος από τις καλλιέργειες που κάνουμε. Έρχονται
γιατί η τροφή που υπάρχει στο βουνό, απάντησε ο παππούς, δεν τους φτάνει και γι
αυτό περπατούν πολλά χιλιόμετρα για να βρουν τροφή. Αν είχαν εκεί τροφή, δεν θα
έρχονταν εδώ γιατί οι αρκούδες φοβούνται και σέβονται τον άνθρωπο και δεν τον
πειράζουν.
Και τι μπορούμε να κάνουμε εμείς
για να έχουνε τροφή οι αρκούδες στα βουνά όπου ζούνε;, ρώτησαν με απορία, τόσο
ο Πάνος όσο και ο Μάκης. Μπορούμε να κάνουμε κάτι πολύ απλό, απάντησε ο παππούς.
Όταν τρώμε μήλα, αχλάδια, κεράσια, βύσσινα, κυδώνια, κράνα, κορόμηλα, τζίτζιφα,
δαμάσκηνα, κυδώνια, κ.ά. να κρατάμε τους σπόρους σε ένα χάρτινο κουτί. Το
φθινόπωρο στις αρχές Νοεμβρίου θα οργανώσουμε μια εκδρομή στο βουνό λίγο πάνω
από το Κρανοχώρι του Νεστορίου και θα σκορπίσουμε τους σπόρους. Τα νέα
δενδράκια που θα φυτρώσουν σε λίγα χρόνια θα καρπίσουν και θα δίνουν άφθονη
τροφή στις αρκούδες και στα άλλα ζώα του δάσους.
Πολύ καλή ιδέα, αναφώνησαν και οι
διό τους. Την άλλη εβδομάδα, το άρθρο του παππού δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα. Από
την άλλη κιόλας ημέρα, μικροί και μεγάλοι συμπολίτες του, τον πήραν τηλέφωνο
για να του πουν πόσο καλή ήταν η ιδέα του και πως θα πάρουν μέρος στην
εθελοντική εκστρατεία προστασίας της καφέ αρκούδας.  Έδωσαν και ραντεβού. Στις 12 Νοεμβρίου, ημέρα
Κυριακή στις 11.00 το πρωί στην πλατεία του Κρανοχωρίου. Την εκστρατεία στήριξε
το Δασαρχείο Καστοριάς και ο Δήμος Νεστορίου χαρίζοντας μπλουζάκια με το σήμα
της αρκούδας και τη φράση: «Προστατεύω την αρκούδα, φυτεύω καρποφόρα δένδρα».
Στις 12 Νοεμβρίου οι δρόμοι που
οδηγούσαν στο Κρανοχώρι γέμισαν με εκατοντάδες αυτοκίνητα. Το χωριό δεν είχε
δει τόσα πολλά αυτοκίνητα. Οι κάτοικοι άνοιγαν τις πόρτες από τις αυλές τους
για να παρκάρουν τα αυτοκίνητα που γέμισαν κάθε διαθέσιμο χώρο. Μόλις κατέβηκαν,
οι Δασολόγοι από τη Διεύθυνση Δασών Καστοριάς τους έδωσαν οδηγίες και τους
χώρισαν σε ομάδες. Κάθε μια ομάδα πήρε από ένα μονοπάτι του βουνού και καθώς
περπατούσαν έριχναν τα σποράκια με τα καρποφόρα δένδρα στα ξέφωτα και τις
ρεματιές. Κάποιοι που ήταν περισσότερο μελετημένοι, πήραν μαζί τους μικρά
τσαπάκια και κάθε φορά που ήθελαν να φυτέψουν έναν σπόρο, έσκαβαν μια μικρή
τρυπούλα, έριχναν μέσα το σπόρο, τον σκέπαζαν με το χώμα και με το πόδι τους
πατούσαν το χώμα για να αγκαλιάσει τρυφερά το σπόρο.
Ο Δασάρχης Καστοριάς υποσχέθηκε
να εκδώσει διαταγή απαγόρευσης της βόσκησης στις περιοχές που έγινε η σπορά των
οπωροφόρων. Τα νεαρά δενδρύλλια χρειάζονται προστασία για 3-4 χρόνια μέχρι να
αποκτήσουν ένα ύψος που δεν θα φθάνουν οι κατσίκες των κτηνοτρόφων που δείχνουν
μεγάλη προτίμηση για τα τρυφερά βλαστάρια τους. Μάλιστα υποσχέθηκε να τους
καλέσει ένα χειμωνιάτικο απόγευμα στο Νεστόριο για να τους ενημερώσει για την
ανάγκη της απαγόρευσης και να ζητήσει τη βοήθειά τους. Άλλωστε και αυτοί θα
βγουν κερδισμένοι αφού οι βοσκότοποι θα αποκτήσουν νέα βλάστηση και οι αρκούδες
δεν θα τους κάνουν και αυτούς ζημιά, όπως πρώτα. Από εκεί και πέρα οι
Δασοφύλακες θα αναλάβουν το βάρος της φύλαξης των περιοχών, επιβάλλοντας πρόστιμα
σε όσους αγνοήσουν την απαγόρευση.
Την άνοιξη από τους σπόρους
φύτρωσαν μικρά δενδράκια που κάθε χρόνο μεγάλωναν και αποκτούσαν όλο και πιο
πολλά κλαδιά. Μετά από λίγα χρόνια άρχισαν να παράγουν και τους πρώτους
καρπούς. Το βουνό γέμισε από καρπούς από την Άνοιξη μέχρι αργά το
Φθινόπωρο.  Οι αρκούδες και τα μικρά τους
ήταν ευτυχισμένα. Έτρεχαν ανάμεσα στα δένδρα και απολάμβαναν τους γλυκούς και
μυρωδάτους καρπούς.
Από εκείνη τη χρονιά καμιά
αρκούδα δεν κατέβηκε από το βουνό στα χωριά του Γράμμου. Είχαν άφθονη τροφή στα
πόδια τους και δεν υπήρχε λόγος να περπατήσουν τόσα χιλιόμετρα για να βρουν
τροφή σε μια επικίνδυνη για αυτούς περιοχή, ανάμεσα σε χωριά και δρόμους. Από
τότε άνθρωποι και αρκούδες ζούσαν ευτυχισμένοι χωρίς ο ένας να ενοχλεί τον άλλο.
Σημείωση συγγραφέων.
Το παραμύθι αυτό γράφτηκε για τους μικρούς Καστοριανούς φίλους και φίλες μας.
Αυτούς που αποτελούν το μέλλον της περιοχής με τις εκπληκτικές ομορφιές και τα
τόσα πολλά και σπάνια ζώα. Αν κοντά σε αυτούς αλλάξουν μυαλά και τα αγύριστα
κεφάλια των μεγάλων, αυτό θα είναι μια πολύ μεγάλη επιτυχία για το μέλλον του
τόπου και την αρμονική  συμβίωση ανθρώπων
και ζώων που στα παλιά τα χρόνια ήταν πολύ περισσότεροι, τόσο οι άνθρωποι όσο
και τα άγρια ζώα.
Το παραμύθι το άκουσε για πρώτη φορά η τρίχρονη Μυρτούλα.
Ενθουσιάστηκε στο άκουσμά του και στο τέλος της αφήγησης είχε προτάσεις. Να
φέρει στο κτήμα του παππού Γιώργου τον αγαπημένο της σκύλο τον Αρίστο, ένα
αρσενικό Λαμπραντόρ, για να τρομάξει την αρκούδα. Η ίδια θα έπιανε την αρκούδα
από την ουρά της και κινώντας περιστροφικά το δεξί της χέρι έδειχνε παραστατικά
πως θα την ζάλιζε με αποτέλεσμα η ζαλισμένη αρκούδα να αρχίσει να τρέχει για να
απομακρυνθεί. Παράλληλα, κάθε φορά που τρώει ένα φρούτο, κρατά τους σπόρους για
να πάρει μέρος στη σπορά των οπωροφόρων.
Τη δουλειά του Αρίστου Μυρτούλα την κάνει πάρα πολύ καλά ο
μεγαλόσωμος Ελληνικός ποιμενικός που βλέπεις στη διπλανή φωτογραφία. Οι
Οργανώσεις που προστατεύουν την καφέ αρκούδα, αναπαράγουν και δίνουν δωρεάν μικρά
κουταβάκια στους κτηνοτρόφους που βόσκουν τα κοπάδια τους στις περιοχές όπου
ζει και αναπαράγεται η αρκούδα για να προστατεύονται τα κοπάδια τους, μέρα και
νύχτα.

No Comments Yet.